




Ανησυχητικά μειώνεται τόσο ο όγκος του σπέρματος όσο και ο αριθμός των σπερματοζωαρίων που περιέχεται ανά εκσπερμάτιση στην εποχή μας. Πτώση που, όπως δείχνουν μελέτες που γίνονται σε διάφορες χώρες, συνεχίζεται, κάτι που είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό για τη γονιμότητα των ανδρών. Παράλληλα είναι σημαντική η αύξηση του καρκίνου των όρχεων σε νέους Η μόλυνση του περιβάλλοντος από ουσίες όπως οι διοξίνες, φαίνεται ότι παίζει ρόλο στο φαινόμενο αυτό.
Οι επισημάνσεις έγιναν κατά τη διάρκεια του σεμιναρίου “Aspis II” για τους παρεμποδιστές ενδοκρινών ορμονών και την επίδρασή τους στην υγεία που πραγματοποιήθηκε στην Κω, κατά τη διάρκεια της ομιλίας με θέμα “Η επίδραση των παρεμποδιστών των ενδοκρινών ορμονών (ή περιβαλλοντολογικών οιστρογόνων) στην ανθρώπινη αναπαραγωγή”, που έκανε ο βιολόγος – εμβρυολόγος Ευστάθιος Νικολαρόπουλος, επιστημονικός συνεργάτης του “IVF & Genetics”.
Από το 1990 και μετά έχουν δημοσιευθεί μελέτες από διάφορες χώρες, όπως τη Δανία, την Αγγλία, τη Γαλλία και το Βέλγιο, σχετικά με την ποιότητα του ανθρώπινου σπέρματος που αφορούν τον όγκο του ανά εκσπερμάτιση, αλλά και τον αριθμό σπερματοζωαρίων που περιέχονται σε αυτήν.
Όσον αφορά το συνολικό αριθμό των σπερματοζωαρίων των ανδρών με φυσιολογικό σπέρμα, που γεννήθηκαν μέχρι το 1959, ήταν 301 εκατομμύρια ανά ml κατά μέσο όρο, ενώ τους άνδρες που ήταν γεννημένοι το 1970 ο μέσος αριθμός σπερματοζωαρίων ελαττώθηκε στα 214 εκατομμύρια. Ο ολικός αριθμός των κινητών σπερματοζωαρίων επίσης ελαττώθηκε από 169 εκατομμύρια ανά ml σε 129 εκατομμύρια αντίστοιχα.
Συγχρόνως, όπως ανέφερε ο κ. Νικολαρόπουλος, ο αριθμός των καρκίνων των όρχεων έχει αυξηθεί σημαντικά τις τελευταίες δεκαετίες, σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία από τις σκανδιναβικές χώρες και τις χώρες και τις χώρες της Βαλτικής. Υψηλότερα ποσοστά παρουσιάζουν η Δανία, η Νορβηγία και η Γερμανία. Περισσότερο πλήττονται οι ηλικίες 20-50 ετών.
Είναι γνωστό στους ειδικούς ότι τα οιστρογόνα παίζουν αποφασιστικό ρόλο στην ομαλή λειτουργία της αναπαραγωγής του ανθρώπου, αλλά και στη δημιουργία καρκίνου των όρχεων.
Η χορήγηση για παράδειγμα, του οιστρογόνου διεθυλστιλβεστρόλης κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης για την παρεμπόδιση της αποβολής του κυήματος οδήγησε στη δημιουργία σοβαρών βλαβών στους απογόνους, όπως είναι οι ανατομικές ανωμαλίες των γεννητικών οργάνων, η δημιουργία καρκίνων και η πρόκληση υπογονιμότητας.
Επίσης, μελέτες έχουν δείξει ότι ορισμένες χημικές ενώσεις που υπάρχουν σήμερα στο περιβάλλον, όπως οι διοξίνες, προκαλούν σοβαρά προβλήματα στην αναπαραγωγή των διαφόρων ζώων που ζουν ελεύθερα στη φύση.
Έτσι, δημιουργήθηκε λοιπόν η θεωρία των “περιβαλλοντικών οιστρογόνων” (endocrine discuptors), που υποστηρίζει την ύπαρξη χημικών ενώσεων στο περιβάλλον, οι οποίες όταν εισέλθουν στον οργανισμό, παρεμποδίζουν με τη δράση του την ομαλή λειτουργία των φυσικών ορμονών. Σήμερα, υπάρχουν πλέον επιστημονικά δεδομένα για τη δράση τους ως περιβαλλοντικά οιστρογόνα ενός μεγάλου αριθμού χημικών ενώσεων, όπως τα οργανοχλωριωμένα παρασιτοκτόνα (DDT) και οι διοξίνες.
Από το 1990 και μετά έχουν δημοσιευθεί μελέτες από διάφορες χώρες, όπως τη Δανία, την Αγγλία, τη Γαλλία και το Βέλγιο, σχετικά με την ποιότητα του ανθρώπινου σπέρματος που αφορούν τον όγκο του ανά εκσπερμάτιση, αλλά και τον αριθμό σπερματοζωαρίων που περιέχονται σε αυτήν.
Όσον αφορά το συνολικό αριθμό των σπερματοζωαρίων των ανδρών με φυσιολογικό σπέρμα, που γεννήθηκαν μέχρι το 1959, ήταν 301 εκατομμύρια ανά ml κατά μέσο όρο, ενώ τους άνδρες που ήταν γεννημένοι το 1970 ο μέσος αριθμός σπερματοζωαρίων ελαττώθηκε στα 214 εκατομμύρια. Ο ολικός αριθμός των κινητών σπερματοζωαρίων επίσης ελαττώθηκε από 169 εκατομμύρια ανά ml σε 129 εκατομμύρια αντίστοιχα.
Συγχρόνως, όπως ανέφερε ο κ. Νικολαρόπουλος, ο αριθμός των καρκίνων των όρχεων έχει αυξηθεί σημαντικά τις τελευταίες δεκαετίες, σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία από τις σκανδιναβικές χώρες και τις χώρες και τις χώρες της Βαλτικής. Υψηλότερα ποσοστά παρουσιάζουν η Δανία, η Νορβηγία και η Γερμανία. Περισσότερο πλήττονται οι ηλικίες 20-50 ετών.
Είναι γνωστό στους ειδικούς ότι τα οιστρογόνα παίζουν αποφασιστικό ρόλο στην ομαλή λειτουργία της αναπαραγωγής του ανθρώπου, αλλά και στη δημιουργία καρκίνου των όρχεων.
Η χορήγηση για παράδειγμα, του οιστρογόνου διεθυλστιλβεστρόλης κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης για την παρεμπόδιση της αποβολής του κυήματος οδήγησε στη δημιουργία σοβαρών βλαβών στους απογόνους, όπως είναι οι ανατομικές ανωμαλίες των γεννητικών οργάνων, η δημιουργία καρκίνων και η πρόκληση υπογονιμότητας.
Επίσης, μελέτες έχουν δείξει ότι ορισμένες χημικές ενώσεις που υπάρχουν σήμερα στο περιβάλλον, όπως οι διοξίνες, προκαλούν σοβαρά προβλήματα στην αναπαραγωγή των διαφόρων ζώων που ζουν ελεύθερα στη φύση.
Έτσι, δημιουργήθηκε λοιπόν η θεωρία των “περιβαλλοντικών οιστρογόνων” (endocrine discuptors), που υποστηρίζει την ύπαρξη χημικών ενώσεων στο περιβάλλον, οι οποίες όταν εισέλθουν στον οργανισμό, παρεμποδίζουν με τη δράση του την ομαλή λειτουργία των φυσικών ορμονών. Σήμερα, υπάρχουν πλέον επιστημονικά δεδομένα για τη δράση τους ως περιβαλλοντικά οιστρογόνα ενός μεγάλου αριθμού χημικών ενώσεων, όπως τα οργανοχλωριωμένα παρασιτοκτόνα (DDT) και οι διοξίνες.




